Logo
Print this page

Εκπροσωπούν οι δικηγορικοί σύλλογοι τους αυτοαπασχολούμενους και συνεργάτες δικηγόρους;

 

Η τρίμηνη πλέον αποχή μας, ανεξάρτητα από την κατάληξη και την τελική διάρκεια της , θέτει ακόμη και στους πιο καλόπιστους συναδέλφους το ερώτημα αν οι δικηγορικοί σύλλογοι εκπροσωπούν πλέον τα συμφέροντα των αυτοαπασχολούμενων δικηγόρων και των δικηγόρων συνεργατών (σημειώνουμε ότι όπως ακούγεται οι τελευταίοι συνεχίζουν να έχουν την υποχρέωση να πηγαίνουν στα γραφεία τους, χωρίς όμως και να πληρώνονται αφού έχουμε αποχή!), ή αν εκπροσωπούν μόνο τα συμφέροντα των εταιρειών, των μεγάλων δικηγορικών γραφείων και ως ένα βαθμό των επί παγία αντιμισθία δικηγόρων.

Το ερώτημα αυτό, το οποίο πιστεύουμε ότι θεωρείται ακόμη «ταμπού» για τη μεγάλη πλειοψηφία των δικηγόρων είναι πλήρως νομιμοποιημένο, αν σκεφτούμε.............................................................................................

ότι εδώ και τρία χρόνια τα Δ.Σ. των συλλόγων μας απέφυγαν επιμελώς τη συζήτηση για τη φορολογική εξόντωση των ασθενέστερων οικονομικά συναδέλφων, δεν έχουν αρθρώσει ούτε μια τυπική διαμαρτυρία για την κατάργηση του αφορολόγητου (η πρώτη και μοναδική σχετική δήλωση έγινε από τη Συντονιστική των προέδρων της 15ης Μαρτίου 2016 , η οποία όμως έμεινε χωρίς συνέχεια και μετέωρη), οδήγησαν τον κλάδο, όταν είχε ήδη προβεί σε αγωνιστικές κινητοποιήσεις ενάντια στο σχέδιο Χαμηλοθώρη, πρώτα σε δημοψήφισμα, επεμβαίνοντας μάλιστα (το Προεδρείο) στα ερωτήματα που τέθηκαν με σκοπό να υποκαταστήσουν τις Γ.Σ. , στη συνέχεια σε μακρόχρονη αποχή χωρίς αντίκρυσμα (να θυμηθούμε ότι συνεχίσαμε την αποχή ενώ είχαν προκηρυχθεί εκλογές) και τέλος στην ήττα και την άτακτη υποχώρηση προκειμένου να μείνουμε….στην Ευρώπη, δίνοντας μάλιστα μαθήματα υποτέλειας και εθελοδουλείας (μερικοί βεβαίως τα θεωρούν ρεαλισμού) δια της παρακάμψεως του αρμόδιου υπουργού και της ελληνικής κυβέρνησης και αποστολής απευθείας στους επικυρίαρχους «θεσμούς» υπομνήματος με τις απόψεις του δικηγορικού σώματος.

Αν λοιπόν είναι νομιμοποιημένο το παραπάνω ερώτημα, δηλαδή αν οι δικηγορικοί σύλλογοι πλέον εκπροσωπούν τους αυτοαπασχολούμενους και συνεργάτες δικηγόρους, εξ ίσου νομιμοποιημένο είναι και το ερώτημα αν η έλλειψη εκπροσώπησης που πλέον οι περισσότεροι, ή έστω αρκετοί, αντιλαμβανόμαστε, αποτελεί συγκυριακό φαινόμενο ή είναι δομικό και οφείλεται στις θεσμικές αλλαγές που έχουν επέλθει τα τελευταία χρόνια στην άσκηση του επαγγέλματός μας, καθώς και στην οργάνωση και λειτουργία των δικηγορικών συλλόγων.

Θυμίζουμε ότι η οργάνωση των δικηγόρων στους δικηγορικούς συλλόγους είχε ως βάση την αναγνώριση του θεσμικού ρόλου τους στην απονομή της δικαιοσύνης, την προστασία του κοινωνικού συνόλου από την αντιποίηση του εν λόγω λειτουργήματος και την εν γένει φροντίδα της πολιτείας για την απρόσκοπτη και εύρυθμη λειτουργία της δικαιοσύνης (βλ. σχετικά εισηγητική έκθεση ν.δ/τος 3026/1954).

Σήμερα βεβαίως όλες οι παραπάνω στοχεύσεις ανήκουν στο παρελθόν. Πρώτιστος σκοπός του νομοθέτη είναι η ταχύτητα στην απονομή της δικαιοσύνης, χωρίς να δίνεται σημασία στην εξασφάλιση της ποιότητάς της. Η προστασία του κοινωνικού συνόλου είναι μάλλον αδιάφορη και γενικά η φροντίδα του νομοθέτη (υπερεθνικού και όχι μόνο) επικεντρώνεται στην «εύρυθμη» λειτουργία της αγοράς, στην ενίσχυση του ανταγωνισμού και στο χώρο της δικαιοσύνης και γενικότερα στην ανάπτυξη της «επιχειρηματικότητας» σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής.

Η νέα αυτή «στοχοθεσία» αποδεικνύεται από σειρά μέτρων που έχουν ληφθεί τα τελευταία χρόνια και «σπρώχνουν» την ανταγωνιστικότητα και το άνοιγμα της αγοράς, ωθώντας ταυτόχρονα στο περιθώριο ή και στην έξοδο τους «παραδοσιακούς» δικηγόρους. Ας θυμηθούμε την επιβολή του Φ.Π.Α. που κάνει μεν πιο ακριβή τη δικαιοσύνη στους πολίτες και πιο δύσκολη την άσκηση της δικηγορίας στους αυτοαπασχολούμενους δικηγόρους και τα μικρά δικηγορικά γραφεία, διαμορφώνει όμως το κατάλληλο «επιχειρηματικό» περιβάλλον και ευνοεί τις μεγάλες εταιρείες, οι οποίες έχοντας τη δυνατότητα να λειτουργήσουν σε άλλη κλίμακα και ως προς τις οικονομικές δυνατότητες των πελατών τους και ως προς το ύψος των δαπανών τους βγαίνουν κερδισμένες μειώνοντας το κόστος λειτουργίας τους δια της εκπτώσεως του ΦΠΑ των εισροών τους.

Τους ίδιους στόχους εξυπηρετεί και η κατάργηση των εδαφικών περιορισμών άσκησης του επαγγέλματος μας, καθώς και η κατάργηση των ελαχίστων αμοιβών (ν. 3844/2010 και 3919/2011). Παρότι δε οι ρυθμίσεις αυτές απασχόλησαν ελάχιστα τους δικηγόρους των Αθηνών, οι οποίοι πείστηκαν από μεθοδευμένη παραπληροφόρηση ότι οι ρυθμίσεις αυτές όχι μόνο δεν τους αφορούν, αλλά και αντιθέτως τους ευνοούν σε βάρος των δικηγόρων της περιφέρειας, ένα πρώτο αποτέλεσμα είναι η κατάργηση των διανεμητικών λογαριασμών τους (πλην αυτού των γραμματίων προκαταβολής) και ένα δεύτερο είναι το ύψος των αμοιβών που επικρατούν στις εξωτερικές συνεργασίες με τις τράπεζες, τις ασφαλιστικές εταιρείες και όχι μόνο .

Βεβαίως ένα στρατηγικό σχέδιο σπάνια εκτελείται μόνο με την ευθεία οδό. Τους ίδιους στόχους εξυπηρετούν και σειρά άλλων μέτρων, φαινομενικά μόνο εισπρακτικού χαρακτήρα, όπως η επιβολή δικαστικού ενσήμου στις αναγνωριστικές αγωγές, η αύξηση του δικαστικού ενσήμου, η επιβολή παραβόλων στα ένδικα μέσα της πολιτικής δίκης, η αύξηση των παραβόλων στη διοικητική και ποινική δίκη και βεβαίως και ο νέος Κ.Πολ.Δ..

Όλα αυτά τα μέτρα οδηγούν στην «αποσυμφόρηση» της δικαιοσύνης, μαζί δε και με την κατάργηση του αφορολογήτου δημιουργούν το κατάλληλο περιβάλλον έντασης της ανταγωνιστικότητας στη μεγάλη «αγορά» της δικαιοσύνης και μας καθιστούν «επιχειρηματίες», όπως άλλωστε μας έχει πλέον ονομάσει και επίσημα ο φορολογικός νομοθέτης, που οφείλουμε ή να «εκσυγχρονιστούμε» ή να τους αδειάζουμε τη γωνιά.

Στη νέα λοιπόν κατάσταση που διαμορφώθηκε τα τελευταία χρόνια ποιος είναι ο ρόλος των δικηγορικών συλλόγων που λειτουργούσαν ως οι θεματοφύλακες των αξιών και των εγγυήσεων του δικηγορικού λειτουργήματος; Η απάντηση που θα δώσουμε δεν είναι καθόλου ευχάριστη, οφείλουμε όμως να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα.

Οι δικηγορικοί σύλλογοι – και κυρίως οι τρεις μεγάλοι – εδώ και αρκετά χρόνια έχουν υιοθετήσει το νέο μοντέλο δικηγορίας και λειτουργούν πλέον ως θεματοφύλακες και εγγυητές της…..επιχειρηματικότητας. Μάλιστα τα Δ.Σ. έχουν μετατραπεί σε managers ιδιότυπων επιχειρήσεων, καθώς αφενός διαχειρίζονται την αναγκαστική εισφορά μας (των γραμματίων προκαταβολής) χωρίς (ουσιαστικό ) έλεγχο, αφετέρου διαχειρίζονται τα κέντρα διαμεσολάβησης, που συνιστούν αστικές εταιρείες , οι οποίες δεν διανέμουν τα κέρδη τους στους εταίρους τους και αποτελούν «πιάτσες» βολέματος των δικών τους ανθρώπων.

Η νέα αυτή κατάσταση, η διαμόρφωση της οποίας έχει αρχίσει αρκετά χρόνια πριν και συνεχίζει να εξελίσσεται, αν μη τι άλλο δείχνει ένα πράγμα: Ότι ο συνδικαλισμός δεν μπορεί πλέον να ασκηθεί μέσω των Δ.Σ. των δικηγορικών συλλόγων, αντιθέτως μάλιστα πρέπει να σταθεί απέναντι τους και ότι είναι καιρός , ή καλύτερα έχουμε ήδη αργοπορήσει, να οργανωθούμε σε σωματεία που θα υπερασπίζονται την επαγγελματική επιβίωση μας και τον ρόλο μας ως συλλειτουργών της δικαιοσύνης.

Related items

Design and Powered by JAMP